
Τον Δεκέμβρη του 87 τελειώνοντας το διδακτορικό μου στην Στοκχόλμη σκεφτόμουν πως θα γινόταν να επέστρεφα όσο το δυνατόν πιο θεαματικά στην Ελλάδα, με αντικειμενικό σκοπό να ρίξω στο κρεββάτι την Κ.Ζ.Τ, τότε πρωτοεμφανιζόμενη γκαλερίστα με τρελλό τουπέ και αμφισήμαντες προτιμήσεις στους άντρες και τις γυναίκες. Την είχα γνωρίσει έναν χρόνο πριν στο
Kunstpalast της Δρέσδης όπου είχα επιμεληθεί μια ρετροσπεκτίβα του Lars Wichsenkopf.
H Κ.Ζ.Τ με είχε αντιπαθήσει εξ αρχής, πράγμα κατανοητό όταν συναντάς έναν τύπο με τεράστια γουνα, ολόγυμνο από μέσα, που πέρδεται ασυστόλως. Όμως η έκθεση είχε επιτυχία και αναγκαστικά βρεθήκαμε να συντρώμε. Της πρότεινα να συνεργαστούμε στην Ελλάδα, όταν θα επέστρεφα. Εγώ εννοούσα την επίτευξη ηδονής, εκείνη την επίτευξη εικαστικών γεγονότων.
Εν πάση περιπτώση και για να μην τα πολυλογώ η πρόταση έπεσε στο κενό. Εκείνη ήθελε ονόματα που να τα ήξερε ο κόσμος κι εγώ ήθελα να τρομάξω τον κόσμο, οπότε δεν βρέθηκε σημείο τομής. Αλλά εμένα μου άρεσε. Όταν ο Wichsenkopf επέστρεψε στην ησυχία του εργαστηρίου του στο Haalsand, του έγινα λίγο φόρτωμα προσπαθώντας να βρω ανάμεσα στους μαθητές του κάποιον, πάνω στον οποίο να μπορώ να στηρίξω ένα λίγο παρακινδυνευμένο σχέδιο που είχα μηχανευτεί για τον ιερό σκοπό μου.
Τον βρήκα στο πρόσωπο του Βαγγέλη Henriksen παντελώς άγνωστου, μπαρόβιου, Ελληνοσουηδού καλλιτέχνη. Με τον Βαγγέλη ταιριάξαμε αμέσως. Όχι μόνο γιατι έκανε μαγικά με το Aquavit όπως κι εγώ, αλλά γιατί έψαχνε κι αυτός έναν εντυπωσιακό τρόπο να πάει στην Ελλάδα για να μπει στο ρουθούνι του πατέρα του, Lasse Henriksen, που σιχαινόταν την Ελλάδα σαν τα κακά του, για τον λόγο ότι ήταν η πατρίδα της Άννας, της τέως συζύγου του και νυν ιδιοκτήτριας της μισής του περιουσίας, την οποία ο Βαγγέλης λάτρευε σαν θεά (την Άννα, όχι την περιουσία).
Έτσι μηχανευτήκαμε την έκθεση "Trapped Animals" .
Εκείνος έκατσε και έφτιαξε σε έξη μήνες 23 γλυπτά, πιστά αντίγραφα διαφόρων ζώων μέσα σε γυάλες στερεωμένες σε ξύλο, κι εγώ ξεκίνησα ένα πρωτοφανές hype, ενεργοποιώντας όποιον ήξερα, οπουδήποτε στον πλανήτη, με ένα κάρο κείμενα, διαλέξεις, παρουσιάσεις και υπονοούμενα προς πάσα κατεύθυνση. Στο τέλος μας παρακαλάγανε να εκθέσουμε.
Η πρώτη ατομική έκθεση έγινε τον Νοέμβρη του 88 στο Louisiana έξω από την Κοπενχάγη. Πανζουρλισμός. Έφερα μέχρι και τον Έλληνα πρέσβη. Ο πρέσβης υποσχέθηκε να βοηθήσει στα τεχνικά της καθόδου της έκθεσης στην Ελλάδα. Νόμιζε ότι επρόκειτο για πασίγνωστο Έλληνα του εξωτερικού. Έλαβα κάποια γράμματα βέβαια, από διάφορους κριτικούς, που ευγενικά αλλά καχύποπτα ζητούσαν πληροφορίες, και στούς οποίους έστειλα πλούσιο φωτογραφικό και αρχειακό υλικό με δουλειές του Βαγγέλη από την προεργασία που είχαμε κάνει οι δυό μας, δημιουργώντας ένα αληθοφανέστατο ιστορικό της πορείας του.
Ο στόχος μου ήταν να προσελκύσω την Κ.Ζ.Τ.
Όπερ και εγένετο. Η μητέρα του Βαγγέλη είχε επενδύσει ένα συμπαθητικό ποσο σε ένα έργο από την γκαλερί της και το πράγμα άρχισε να ψήνεται.
Με τα πολλά και την ανένδοτη στάση μου όσον αφορά τον χρόνο και το στήσιμο της έκθεσης η Κ.Ζ.Τ δέχτηκε να ανοίξουμε μέσα Σεπτεμβρίου στην γκαλερί, αλλά τα έργα έπρεπε να έρθουν τον Ιούλιο στη Αθήνα από το Αμβούργο που εκτίθεντο μέχρι τον Μάιο και να παραμείνουν πακεταρισμένα μέχρι μια εβδομάδα πριν την έκθεση. Αυτός ήταν ο ορος μου.
Όλοι είχαν την εντύπωση. ότι τα έργα ήταν από ρητίνη, λάτεξ και συνθετικό νήμα.
Αλλά δεν ήταν.
Ήταν από βούτυρο.
Ο Βαγγέλης τα έβρισκε όλα αυτά καταπληκτικά, στο πνεύμα του Kippenberger και του Beuys κι εγώ είχα ήδη ετοιμάσει μια ολόκληρη φιλολογία για αυτό που θα αντίκρυζε η Κ.Ζ.Τ μόλις τα άνοιγε.
Πρώτα άνοιξαν την Στρουθοκάμηλο, για να αντικρύσουν ένα πράγμα σαν πάστα φλώρα με υπέροχους βυσσινί μύκητες. Οι παρευρισκόμενοι έμειναν εμβρόντητοι. Στα πρόθυρα λιποθυμίας.
Ο Βαγγέλης είπε ένα "θαυμάσια, ε αγόρι μου" κοιτάζοντάς με, κι εγώ προχώρησα και επι πέντε λεπτα παρατηρούσα με αυτοσυγκέντρωση το έργο. Δάκρυσα κι όλας.
Ο Βαγέλης έπιασε ένα λογίδριο περί εφήμερου και μεταβλητής πραγματικότητας. Κανείς δεν έβγαλε κιχ. Όλοι έκαναν τουμπεκί. Θεώρησαν πως έτσι είναι αν έτσι νομίζετε.
Η έκθεση σάρωσε. Ήταν αυτή ακριβώς η έκθεση που έκανε την Κ.Ζ.Τ το όνομα που είναι σήμερα.
Ακόμα και τώρα, σε δύο σπίτια, τους ιδιοκτήτες των οποίων γνωρίζω προσωπικα, φιλοξενούνται τα έργα του Βαγγέλη. Νομίζω η Γατα και το Ψαρι, αν και έτσι όπως έιναι σήμερα δεν έχει διαφορά.
Την Κ.Ζ.Τ φυσικά την κατάφερα. Ο Βαγγέλης δεν ξανάφτιαξε τίποτα παρόμοιο. Ζει στο Γκετεμποργκ και έχει αναλάβει την επιχείρηση του πατέρα του. Όταν έχει χρόνο κατασκευάζει μικροσκοπικές μινιατούρες βυζιών. Είμαστε ακόμη φίλοι.