
link στο πρώτο μέρος
link στο δεύτερο μέρος
link στο τρίτο μέρος
Την Δευτέρα τα πράγματα στο γραφείο ήταν δύσκολα. Υπήρχαν θέματα με την επάρκεια μερικών προϊόντων και πέρασε την μέρα του στο τηλέφωνο με πελάτες προσπαθώντας να βρει λύσεις. Γύρω στις μία κατάφερε να ξεκλέψει χρόνο για διάλειμμα και στον δρόμο για το εστιατόριο που έτρωγε με τους συναδέλφους σταμάτησε σε έναν τηλεφωνικό θάλαμο. Για κάποιον λόγο δεν ήθελε να πάρει από την εταιρία. Αν κάποιος τον άκουγε να μιλάει άντε να εξηγήσει. Το τηλέφωνο το σήκωσε μια γυναίκα. “Λέγετε!” “Παρακαλώ τον κύριο Τζούφρα;” “Ποιός τον ζητεί παρακαλώ;” “Τζιριλής, αν και δεν νομίζω να με γνωρίζει” “ Για ποιό θέμα παρακαλώ;” Εκεί ο Mel κόλλησε. Το μόνο που του ήρθε ήταν “Exω πρόβλημα με ένα προϊόν σας”
Η γυναικεία φωνή έκανε μια παύση και είπε “Μάλιστα. Περιμένετε παρακαλώ”.
Ξαφνικά ο Μελ είχε τρομερή αγωνία. Τι κάνω ρε γαμώτο, σκέφτηκε. Τι δουλειά έχω εγώ με τον Τζούφρα που δεν ξέρω κάν τι σχέση έχει με τα σκατοfrisbee και το πιο πιθανό είναι να με περάσει για τρελλό. Που μπλέκω και γιατί. Όμως η περιέργεια είναι άγριο πράγμα. Τον κράτησε στο ακουστικό ώσπου άκουσε μια βουτηρένια ένρινη φωνή να λέει “Παρακαλώ;” “Ο κύριος Τζούφρας;” “Ο ίδιος” “Τζιριλής κύριε Τζούφρα. Έχω αγοράσει ένα προϊόν σας και φοβάμαι ότι….” “Τι προϊόν κύριε Τζιριλή;” “Ενα frisbee” “Tι μου λέτε;” “Μάλιστα” “ Και τι πρόβλημα έχει παρακαλώ;” Ο Mel ξανακόλλησε. “ Ε, να , δεν πετάει καλά” Ο Mel ήταν σίγουρος ότι θα του κλείσουν το τηλέφωνο αλλά περιέργως ο συνομιλητής του φάνηκε να ενδιαφέρεται. “ Μα αυτό είναι σοβαρότατο. Πρέπει να μας το φέρετε πάραυτα. Μήπως έχετε περισσότερα από ένα κύριε Τζιριλή;” “ Ε ναί έχω τρια τέσσερα” “Πετάνε τα άλλα;” “ Μόνο ένα πετάει” είπε ο Mel που πιά είχε μπει σε τελείως σουρεαλλιστικό κλίμα και έλεγε ότι νά’ναι.
“Κύριε Τζιριλή θα μπορούσα να στείλω κάποιον να τα πάρει να τα ελέγξουμε, αλλά είμαι σίγουρος ότι αν έρθετε ο ίδιος στις εγκαταστάσεις μας στα Μέγαρα θα σας εξυπηρετήσουμε πληρέστερα και εκτός αυτού θα μπορέσω και να κατανοήσω εις μεγαλύτερο βάθος την φύσιν του προβλήματος που αντιμετωπίζετε με το προϊόν μας.” Παράνοια, σκέφτηκε ο Mel, πλήρης παράνοια. Άκου τι συζητάμε με τον άνθρωπο! Όμως είπε
“Βεβαίως κύριε Τζούφρα, βεβαίως. Θα μπορούσα προς το τέλος της εβδομάδας.” “Θαυμάσια αγαπητέ” είπε ο Τζούφρας και κανόνισαν για την Πέμπτη στις τέσσερεις το μεσημέρι, στην παλιά Εθνική λίγο πριν τα Μέγαρα. Εκει ήταν το εργοστάσιο.
O Mel πήγε για φαγητό αλλά του είχε κοπεί η όρεξη. Κάτι δεν ήταν λογικό στην συζήτηση. Τρίχες συζήτηση. Frisbee που δεν πετάνε και κολοκύθια τούμπανα.
Σκέφτηκε ότι το πράγμα ήταν τελείως εκτός πραγματικότητας. Σκέφτηκε ότι η νονά του και ο Τζούφρας του έκαναν πλάκα. Αλλά σκέφτηκε ακόμα ότι αν όντως ήταν έτσι τότε άξιζε να δει τι πλάκα ήταν αυτή. Από την άλλη το πιο πιθανό ήταν ο Τζούφρας να νόμισε ότι είχε να κάνει με κάποιον υποχόνδριο ψυχάκια, που περνούσε την ώρα του βρίσκοντας ελατωματικά προϊόντα. Πιθανόν να ήθελε να γελάσει εις βάρος του. Ή βέβαια να τον πλακώσει στο ξύλο. Η τελευταία πιθανότητα ήταν λιγότερο διασκεδαστική αλλά και λιγότερο πιθανότητα.
Έτσι την Πέμπτη ο Mel έφυγε λίγο νωρίτερα από το γραφείο, φόρτωσε είκοσι made in Japan και είκοσι Pascal στο Φολκσβαγκεν Variant του και ξεκίνησε για το ραντεβού.
Το εργοστάσιο ήταν ένα μεγάλο, τετραόροφο, πράσινο κτίριο σε μια πάροδο της παλιάς εθνικής λίγο μετά μια διάβαση του τραίνου. Οι οδηγίες του Τζούφρα ήταν ακριβέστατες. Εκ πρώτης όψεως του φάνηκε εγκαταλελειμμένο αλλά σκέφτηκε ότι ήταν η ώρα τέτοια και οι εργάτες είχαν φύγει. Πέρασε την πύλη με την επιγραφή “ Pascal Παιχνίδια Ποιότητας” και πάρκαρε στο προαύλιο δίπλα σε ένα μικρό ξύλινο κοτεράκι τοποθετημένο πάνω σε μια σκαλωσιά. Ιστιοπλόος ο Τζουφρας σκέφτηκε.
Εκτός από το δικό του το μόνο άλλο αυτοκίνητο στο προαύλιο ήταν μια Lancia Aurelia ελαφρώς ταλαιπωρημένη αλλά πεντακάθαρη. Μερικές παλέτες εδώ και κει και μεγάλα άδεια πλαστικά βαρέλια. Μια αποθήκη από ελλενίτ, μια μεγάλη συρόμενη πόρτα που μάλλον οδηγούσε στους χώρους παραγωγής και μια μικρότερη που φαινόταν να είναι η σωστή.
Η πορτα ήταν κλειστή. Δύο κουδούνια, Pascal και Κ.Τζούφρας. Στο Pascal δεν απάντησε κανεις. Στο Τζούφρας ακούστηκε μια φωνή από το μεγάφωνο: “Τέταρτος” και ταυτόχρονα η πόρτα άνοιξε.
Βρέθηκε σε μια τεράστια άδεια αίθουσα. Αριστερά του ένα ασανσέρ. Ο ήλιος έμπαινε από την τζαμαρία και η αίθουσα ήταν κατάφωτη. Κατάφωτη, λευκή, σκονισμένη και άδεια
Μπήκε στο ασανσερ και πάτησε 4. Το ασανσερ ήταν βιομηχανικό αλλά επενδεδυμένο με καπλαμάδες και νικέλια έτσι που μάλλον έμοιαζε για ασανσερ μεγάλου ξενοδοχείου.
Στον τέταρτο η πόρτα άνοιξε από το χέρι του οικοδεσπότη του και ο Mel βρέθηκε κατευθείαν σε ένα τεράστιο λίβινγκ ρουμ βαμμένο σωμόν που έβλεπε την Σαλαμίνα. Ο άνθρωπος που του άνοιξε την πόρτα ήταν σαραντάρης, και ίδιος ο Mel Ferrer. Στα νιάτα του.